Σε γεννάμε.
Στο δεξί σου χεράκι βραχιολάκι γαλάζο ή ροζ
με ολόχρυσα γράμματα
ΝΕΑ ΖΩΗ, ΕΥΤΥΧΙΑ.
Μα η Γη μας δεμένη με μαύρη κορδέλα.
Τα γράμματα κόκκινα:
ΚΙΝΔΥΝΟΣ-ΘΑΝΑΤΟΣ.
Σε γεννάμε ΕΛΕΥΘΕΡΟ
σ' έναν κόσμο του χρήματος ΣΚΛΑΒΟ.
Βάλτοι οι γαλάζες οι λίμνες
και τάφοι ανοιχτοί πεθαμἐνων ψαριών.
Τα ποτάμια κυλούν μπρος στα πόδια σου
– οχετοί, η αποφορά της σαπίλας –
μα νεράκι δεν έχεις να πιείς,
να πλυθείς, να χαρείς δεν μπορείς.
Χημικά, διοξίνες, απόβλητα, καπνοί βρωμεροί
τ' ουρανού το γαλάζιο μας κρύβουν,
και τους ρύπους αφήσαμε να μας διαφεντεύουν.
Φίλτρα δε θέλουμε στις ανάσες τεράτων να βάλουμε,
ΔΕ ΜΑΣ ΣΥΜΦΕΡΕΙ…
Στο ασκί του Αιόλου τους αέρηδες κλείσαμε
Την ενέργεια του ανέμου απορρίψαμε
με προφάσεις χιλιάδες…
ΔΕ ΜΑΣ ΣΥΜΦΕΡΕΙ…
Καθαρή και αμόλυντη ενέργεια
ΔΕ ΘΕΛΟΥΜΕ
το Φως να μας δώσει.
ΔΕ ΣΥΜΦΕΡΕΙ τους ΚΡΟΙΣΟΥΣ της Γης.
Με υπουργών αποφάσεις,
με μια άθλια τζίφρα
ΕΜΠΟΔΙΣΑΜΕ
της Δύναμης το άπλετο Φως
να μας σώσει.
Και το στάρι, το ρύζι, οι καρποί σου,
ΣΤΗΝ ΠΥΡΑ, ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΑ,
αφού έτσι ΣΥΜΦΕΡΕΙ,
του αδηφάγου Λεβιάθαν
τα σπλάχνα τ' αχόρταγα.
Δεσμεύσεις, συνθήκες, πρωτόκολλα
όλα στο βρόντο,
όλα πλαστά,
όλα ψεύτικα,
ενώ θα μπορούσα
τον κόσμο ν' αλλάξω
αλλά…
ΔΕ ΜΑΣ ΣΥΜΦΕΡΕΙ…
Χρυσοφόροι υπηρέτες γενήκαμε.
Με πλούτια αμύθητα
του Μίδα τις τσέπες τις άπατες,
των μεγιστάνων Αράβων,
του Μαμωνά την ακόρεστη πείνα
γεμίζουμε σε βάρος δικό σου.
Με πόνο το βλέμμα σου πάνω μου,
μια λύση επειγόντως ζητάει.
Και η λύση ποια είναι;
απ το λίκνο σου τ' άδολο
γοερά τη φωνάζεις:
Οι σκέψεις, τα λόγια κι οι πράξεις σας
απ' των Κροίσων τις τσέπες να φύγουν.
Οι σκέψεις, τα λόγια κι οι πράξεις σας,
της Καρδιάς σας τον τόπο να βρουν.
Ο Νους κι η Καρδιά σας
την ΟΥΣΙΑ να βρουν
και σ' αυτή σταθερά ν' απλωθούν.
Και η ΟΥΣΙΑ;
Η ΑΓΑΠΗ και μόνο Η ΑΓΑΠΗ.