Στην αρχή αντιμετωπίζονταν με δυσπιστία. Σήμερα είναι οι άνθρωποι πίσω από ένα αναρρωτήριο και καταφύγιο των μέχρι πρότινος πλέον χαρακτηριστικών ζώων της ελληνικής υπαίθρου. Σε κάθε περίπτωση, έχουν κερδίσει μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα την εκτίμηση των ντόπιων, τη συνδρομή δεκάδων υποστηρικτών, την αναγνώριση και την ενθάρρυνση εκατοντάδων επισκεπτών.
Ο κ. Αλιστερ Πάτον και η κυρία Σούζαν Μπάρμπορ, Σκωτσέζοι την καταγωγή, δεν είχαν κανενός είδους ιδέα του πώς θα διαμορφωνόταν πριν από έξι χρόνια η ζωή τους όταν έκαναν την επιλογή να ζήσουν μαζί στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στο μικρό χωριό Ανατολή, κοντά στην Ιεράπετρα. Σήμερα είναι οι ψυχές ενός μοναδικού ζωοφιλικού εγχειρήματος, της προσπάθειας διάσωσης και προστασίας των γαϊδάρων της επαρχίας Ιεράπετρας, που έχει παράλληλα εξελιχθεί σε ένα μικρό πάρκο περιπάτου, συντήρησης και επαφής κυρίως των μικρών παιδιών με αυτά τα άλλοτε πολύτιμα ζώα, μοχλούς της αγροτικής ζωής των Ελλήνων.
Όπως λέει ο Αλιστερ, «εμείς ξεκινήσαμε να ζήσουμε στην Κρήτη θέλοντας να αφήσουμε πίσω μας τις αγχώδεις ζωές που και οι δύο περνούσαμε στο Ηνωμένο Βασίλειο». Σύμβουλος επιχειρήσεων ο ίδιος, με «μια ζωή μονίμως στοιβαγμένη σε μια βαλίτσα», θεώρησε, από κοινού με τη Σούζαν, ότι βρήκε «τον επίγειο παράδεισο στην Ανατολική Κρήτη. Ήταν ευτύχημα ότι ένα μικρό σπίτι με ένα αρκετά μεγάλο κτήμα,ικανό να συντηρήσει λαχανικά και οπωροφόρα δέντρα,πουλιόταν σε καλή τιμή και έτσι είχαμε κάπου να εγκατασταθούμε». Η Σούζαν είχε μαζί της ένα βιβλίο που αρχικώς ξένισε τον Αλιστερ.
«Ήταν το σύγγραμμα “Πώς να φροντίσετε έναν γάιδαρο΄΄, που αναφερόταν γενικώς στη σημασία του πράου αυτού ζώου στην οικονομική και αγροτική ζωή κυρίως του Νότου της Ευρώπης, αλλά είχε επίσης διεξοδικές αναφορές στη σημασία του ως κατοικίδιου και στους τρόπους φροντίδας του» θυμάται η Σούζαν.
Σύντομα κλήθηκαν να εφαρμόσουν στην πράξη όσα το βιβλίο περιέγραφε. Σε έναν από τους μεγάλους περιπάτους τους στο χωριό και στα χωράφια συνάντησαν τον «Γιώργο». «Ήταν δεμένος σε ένα δέντρο.Φαινόταν καταπονημένος,πολύ αδύνατος και το τρίχωμα πρόδιδε γηρατειά.Στις απορίες μας προς τον ιδιοκτήτη που εμφανίστηκε ύστερα από λίγο “γιατί ο γάιδαρος ήταν σε αυτή την κατάσταση”εκείνος απάντησε ότι, αν θέλαμε,μπορούσαμε να τον αγοράσουμε».
Πολύ γρήγορα το ζεύγος των Σκωτσέζων θα διαπίστωνε ότι η παραπάνω εικόνα συνιστούσε μια διαδεδομένη πρακτική εξόντωσης των γέρικων και πλέον «άχρηστων» ζώων. «Τα έδεναν από το κεφάλι και τα μπροστινά πόδια σε έναν κορμό και τα άφηναν να πεθάνουν από ασιτία και εξάντληση κάτω από τον καυτό ήλιο. Αλλοτε τα τραυμάτιζαν, ακόμη και με τσεκούρι, σπάζοντάς τους τα μπροστινά άκρα για να μην μπορούν να κινηθούν και να αφήσουν την τελευταία τους πνοή από τα τραύματα». Ο Αλιστερ βέβαια επιμένει ότι «οι παραπάνω πρακτικές σε καμία περίπτωση δεν χαρακτηρίζουν τους Κρητικούς ή τους Ελληνες στο σύνολό τους.Είναι όμως θλιβερές καταστάσεις που έχουμε δει με τα μάτια μας».
Οπότε ο Αλιστερ και η Σούζαν δεν το σκέφτηκαν περισσότερο. Σε ένα τμήμα του κτήματος χτίστηκε το πρώτο παχνί, αργότερα έγινε διαμόρφωση του χώρου ώστε τα γαϊδουράκια να κυκλοφορούν ελεύθερα σε ομαλό έδαφος, φυτεύτηκαν λαχανικά για την τροφή τους, αγοράστηκε σανός. Οι δυο τους ήρθαν σε επαφή με το Ελληνικό Ταμείο Μέριμνας Ζώων, που τους συνέδραμε με κτηνιάτρους και συμβουλές για την περίθαλψη εκείνων των ζώων που είχαν τραυματιστεί ή υποστεί κάποιου είδους κακομεταχείριση.
«Είναι πολύτιμη η βοήθεια της Ελίζας Γκέσκου και του Μιχάλη Σπυριδάκη, κτηνιάτρων που αφιλοκερδώς μας συμπαρίστανται όποτε υπάρχει ανάγκη». Σύντομα άρχισαν να κάνουν εξορμήσεις στη γύρω περιοχή προκειμένου «να καταγράψουμε τους πληθυσμούς των συμπαθών αυτών ζώων, να δούμε τις πιθανές ανάγκες τους, να μιλήσουμε με τους ιδιοκτήτες τους για τον καλύτερο τρόπο μεταχείρισής τους». Το σοκ ήταν μεγάλο όταν πληροφορήθηκαν από διηγήσεις των γεροντότερων ότι «στην περιοχή της Ανατολής ως τα μέσα του 1980 υπήρχαν 1.000-1.200 γαϊδουράκια που ήταν το μεταφορικό μέσο και ο “εργάτης” στο χωράφι για τον κρητικό χωρικό. Τα ήθη άλλαξαν, η ύπαιθρος εγκαταλείφθηκε, τα οχήματα και οι δρόμοι έφθασαν και στο τελευταίο σπίτι, οπότε ο γάιδαρος πια ήταν περιττός και ίσως για κάποιους βάρος.
Ο «Γιώργος», η «Καρύδα», που υποφέρει από αρθρίτιδα, ο «Σιντ» και η «Μυρτώ» είναι μερικά από τα 12 γαϊδουράκια και το ένα μουλάρι που σήμερα φιλοξενούνται στις εγκαταστάσεις της μικρής φάρμας του Αλιστερ και της Σούζαν. Κάθε πρωί οι δύο Σκωτσέζοι θα ανοίξουν τους στάβλους, θα βγάλουν τους γαϊδάρους στο φως του ήλιου, θα πλύνουν τα παχνιά, θα διαπιστώσουν πιθανά προβλήματα, θα χαϊδέψουν απαλά τους λαιμούς των 13 ζώων.
Και έπειτα; «Διαδίκτυο.Ιστοσελίδα, Facebook, προσφορές σε είδος και εργασία και συνδρομές σε χρήμα από όλον τον κόσμο, προγραμματισμός επισκέψεων για το ερχόμενο διάστημα». Και όταν η κούραση καταβάλλει και τους δύο, «θα κάνουμε έναν μακρινό περίπατοστο χωριό,στους γύρω δρόμους, στα χωράφια. Το πόσο περπατάμε καθημερινά είναι το μόνο που ακόμη δεν έχουν συνηθίσει οι κρητικοί φίλοι μας».
ΙΝFΟ
Το Walk with donkeys (Περπατώντας με τους γαϊδάρους), όπως ονομάζεται η φάρμα του Αλιστερ Πάτον και της Σούζαν Μπάρμπορ, βρίσκεται στο χωριό Ανατολή, κοντά στην Ιεράπετρα Λασιθίου Κρήτης. Στη φάρμα ζουν 12 γαϊδουράκια και ένα μουλάρι, τα περισσότερα εκ των οποίων είτε περισώθηκαν τραυματισμένα είτε είχαν εγκαταλειφθεί από τους ιδιοκτήτες τους. Για περισσότερες πληροφορίες, οικονομική ή σε είδος βοήθεια και εθελοντική εργασία, www.walkwithdonkeys.com.
Ιδανική βόλτα για παιδιά αλλά και για μεγάλους
Οι γάιδαροι του Αλιστερ και της Σούζαν δεν ζουν απομονωμένοι. «Είναι αποδεδειγμένο ότι η επαφή των ανθρώπων, κυρίως των παιδιών, με αυτά τα καλοκάγαθα, πράα και συμπαθέστατα ζώα είναι μια ευχάριστη, βαθύτατα ζεστή απασχόληση,που βοηθάει τα παιδιά να συνειδητοποιήσουν την αξία και των άλλων όντων του πλανήτη και του φυσικού περιβάλλοντος».
Έτσι οι δύο Σκωτσέζοι δίνουν τη δυνατότητα στους επισκέπτες τους να κάνουν μια βόλτα, πεζή ή ιππαστί, με τα γαϊδουράκια, πάντοτε υπό την επίβλεψή τους. Από τις πιο ευχάριστες και συγκινητικές συνάμα στιγμές των τελευταίων μηνών ήταν «όταν μας επισκέφθηκαν οικογένειες Ολλανδών με παιδιά που πάσχουν από αυτισμό.Είδαμε τα αρχικώς διστακτικά και κλειστά παιδιά να γελούν, να αγγίζουν, να αγκαλιάζουν τους λαιμούς των ζώων. Μια γυναίκα μάς πλησίασε και μας ευχαρίστησε λέγοντάς μας ότι πρώτη φορά είδε τον γιο της να γελάει.Αυτό ήταν μία από τις μεγαλύτερες ανταμοιβές μας».
----------------------
Πηγή:Το ΒΗΜΑ
----------------------